Ο λόγος που αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με την Αίγια Φούξια είναι βάση της πεποίθησης μας ότι η σειρά αυτή πραγματώνει στοιχεία της Κυπριακής κοινωνικής φαντασίας με ένα τρόπο που καμία άλλη σειρά δεν κατάφερε. Επίσης, λαμβανομένου υπ’ όψιν και την δημοτικότητα της, δεν μπορούμε παρά να υποθέσουμε ότι επιδρά ηθοποιητικά ως προς τους θεατές της. Ως εκ τούτων λοιπόν αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο σίγουρα άξιο προς ανάλυση.
Στην προσπάθεια μου να μαζέψω πληροφορίες για την εν λόγω σειρά – και για να σας προλάβω: ναι, την παρακολουθώ – βρέθηκα να περνώ ώρες μπροστά από τον υπολογιστή μου ψάχνοντας για οτιδήποτε σχετικό με αυτήν. Μετά λοιπόν από τα τόσα βίντεο στο γιου-τούμπ, εκατοντάδες επιδερμικά σχόλια για τη σειρά από τρίτες – ιδιωτικές – ιστοσελίδες, βρέθηκα στο γνωστό, νομίζω σε όλους μας, φέης μπουκ. Και εκεί – όπως άλλωστε θα περίμενε ο καθένας μας – υπήρχε μια σελίδα αφιερωμένη αποκλειστικά σε αυτήν την σειρά. Πέραν από τις χιλιάδες σημειώσεις συγχαρητηρίων προς τους συντελεστές, φωτογραφίες των χαρακτήρων και παραπομπές σε βίντεο-επαναλήψεις επεισοδίων, υπήρχαν και σελίδες όπου μπορεί κάποιος να εισηγηθεί ένα θέμα προς συζήτηση όπως επίσης και ειδικά ερωτηματολόγια/παιχνίδια. Ως προς τα θέματα συζήτησης δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερο να αναφέρω παρά την ενασχόληση πολύ λίγων με την εκβολή του θέματος σχετικά με το «Μεγάλο Θανατικό» που έπληξε το χωριό, με τον έρωτα μεταξύ Ππινούς και Δημητρού και με τα περί μητρότητας της Πελλο-Μαλούς. Αυτό όμως που είναι ενδιαφέρον στο φέις μπούκ είναι τα ερωτηματολόγια που προσφέρονται. Το πρώτο έχει τίτλο «Δοκιμάστε το πιο κάτω τεστ για να δείτε ποιος χαρακτήρας της ΑΙΓΙΑΣ FUXIA είστε” και το δεύτερο “Δοκιμάστε το πιο κάτω τεστ για να δείτε με ποιο χαρακτήρα της ΑΙΓΙΑΣ FUXIA θα κάνατε σχέση”. Δοκιμάζοντας λοιπόν αυτά τα τεστ, πρόσεξα το εξής ενδιαφέρον πράγμα: Και για τις δύο περιπτώσεις το μοναδικό πρόσωπο που δεν περιλαμβάνεται – το μοναδικό δηλαδή που δεν μπορείς ούτε να “είσαι” ούτε όμως και να “έχεις” “σχέση” είναι ο Μιχαήλης! Πηγαίνοντας πίσω στο ευρύτερο διαδίκτυο να βρω κάτι για αυτόν τον χαρακτήρα δεν βρήκα απολύτως τίποτα! Ενδιαφέρουσα αυτή η απουσία έτσι;
Η πρώτη μου θέση λοιπόν στα πλαίσια αυτής μου της ανάλυσης, είναι ότι η απουσία αυτή λέει πολύ περισσότερα ή μάλλον, λέει τόσα όσα και η εξέλιξη του χαρακτήρα αυτού μέσα στα πλαίσια της σειράς (αυτό το δεύτερο όμως, εν σχέση με την εξέλιξη του χαρακτήρα είναι κάτι στο οποίο θα εγκύψω πιο ύστερα).
Για να θεωρήσουμε όμως επί της σημασίας της απουσίας αναφορών και αφιερώσεων στο πρόσωπο του Μιχαήλη, θα πρέπει να παραθέσουμε λίγες πληροφορίες για το άτομο του.
Ποιος είναι λοιπόν ο Μιχαήλης; Α(!), για να απαντήσουμε σ’αυτό όμως το ερώτημα πρέπει πρώτα να προβούμε σε μια – αν θέλετε – σημείωση της διττής παρουσίας της όλης σειράς.
Αλλιώς τοποθετημένα, ποιος είναι ο χωροχρόνος στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία; Από που μας μιλούν και όντως πως μας μιλούν οι χαρακτήρες της σειράς αυτής; Σχετικά με το πρώτο μέρος της ερώτησης μας και το πρώτο συνθετικό της λέξης χωροχρόνος, δηλαδή των “χώρο”, αξίζει να σημειώσουμε ότι η σειρά πραγματώνεται στο ούτως καλούμενο “Παλιοχώρι”, ένα χωριό που παρουσιάζεται αποκλεισμένο από την ευρύτερη Κύπρο και τρόπο-τινά από τον “κόσμο”. Αυτός του - αν δεχτούμε τον όρο – αποκλεισμός δύναται να είναι και επιτηδευμένα συμβολικός ως προς τον αποκλεισμό της Κύπρου, τώρα όχι τόσο ως χώρου αλλά περισσότερο ως κοινωνίας από τον υπόλοιπο κόσμο. Ένας αποκλεισμός που μπορεί κιόλας να είναι και λειτουργικός ως προς τις προθέσεις των συντελεστών της σειράς που υπό-θέτουν μια κριτική στάση ως προς το γίγνεσθαι στην Κύπρο. Αλλά σε ποιας Κύπρου το γίγνεσθαι θέλει να ασκήσει κριτική το έργο; Εδώ είναι που πρέπει να αναφερθούμε στη διάσταση του χρόνου, την ομολογουμένως έξυπνη διαχείριση του μέσα στα πλαίσια της σειράς και τον αντίκτυπο που έχει αυτή του η διαχείριση στον προαναφερθέν κριτικό ρόλο που ηθελημένα φαίνεται να επιτελεί. Βασιζόμενοι τόσο στην ενδυμασία, την οικονομία, την χρήση της Κυπριακής διαλέκτου κοκ, αλλά και σε αναφορές των ιδίων των χαρακτήρων της σειράς, στο Παλιοχώρι βρισκόμαστε στις αρχές του 20ου αιώνα στην Κύπρο. Συνάμα όμως, μέσω της υιοθέτηση της Μπρεχτιανής τεχνικής της αποστασιοποίησης ή αλλιώς αποοικιοποίησης, οι συντελεστές μας υποδεικνύουν πως οι ιστορίες που εκτυλίσσονται, οι προβληματισμοί κοκ είναι σχετικοί, ή μάλλον συμβαίνουν σήμερα. Πως πραγματώνεται αυτή η τεχνική της αποστασιοποίησης/αποοικιοποίησης και σε τι αποσκοπεί; Αυτή η τεχνική αποσκοπεί στην απεμπλοκή, στην δημιουργία ρηγμάτων στην ταύτιση του θεατή με τον χαρακτήρα και κατά συνέπεια με το δράμα επί σκηνής ούτως ώστε να δημιουργηθεί αυτή η απόσταση δυνάμει καταλυτική μιας κριτικής προσέγγισης του έργου/παράστασης. Για παράδειγμα, στα πλαίσια της συγκεκριμένης σειράς, πολλές φορές βλέπουμε τον ηθοποιό να κοιτάζει προς την κάμερα και να αναφέρεται σε μας, ή να κάνει αναφορές σε στοιχεία (πχ αντικείμενα όπως κινητό, μπύρα, παγοπότηρο) ξένα προς την εποχή που το έργο φαινομενικά απεικονίζει, όπως επίσης και σε χαρακτήρα μιας άλλης σειράς που ο ηθοποιός υποδύθηκε. Παράδειγμα προς τούτο οι αναφορές της Ορθοδοξίας ως Αρτεμίου στον χαρακτήρα που υποδύθηκε σε μια άλλη σειρά την χρονιά που πέρασε. Εν κατακλείδι, αυτή η τεχνική όπως χρησιμοποιείται σκοπό έχει να μας υποδείξει ότι η σειρά, τα εκάστοτε τεκταινόμενα δεν αποτελούν παραδείγματα γεγονότων και συμπεριφορών που συνέβαιναν μόνο ή που συνέβαιναν στο παρελθόν αλλά ακριβώς που έχουν σχέση με το τι συμβαίνει σήμερα ή απλά συμβαίνουν σήμερα (παραδείγματα προς τούτο αποτελούν οι νύξεις για την διαφθορά σε διάφορους κυβερνητικούς φορείς όπως την αστυνομία και τον ΘΟΚ, προβλήματα σχετικά με τις θέσεις στάθμευσης, καταστροφή του περιβάλλοντος κτλ).
Πίσω όμως στον Μιχαήλη. Ποιος είναι, τι απεικονίζει και ποια η σχέση της πιο πάνω αναφοράς με αυτόν και την πρόθεση μας για θεώρηση επί της απουσίας του (στα πλαίσια του φέης-μπουκ); Ως πρόσωπο ιστορικό, ο Μιχαήλης είναι ο Μουχτάρης του χωριού, έμπορας (έχει μπακάλικο) και τοκογλύφος. Δια των ιδιοτήτων του αυτών και λαμβανομένου υπόψιν του ρόλου που έπαιξε ως προς την δυστυχία της αδερφής του Πελλομαλούς, ο Μιχαήλης παρουσιάζεται ως ο πλέον κακός χαρακτήρας της σειράς. Πόσο αληθινός είναι όμως ο χαρακτήρας αυτός ως προς την εποχή που υπήρχε αλλά και πως ανταποκρίνεται στην προαναφερθείσα διττή παρουσία της σειράς;
Ως προς την ιστορική πραγματικότητα του Μιχαήλη, ο Ρολάνδος Κατσιαούνης μέσω του έργο του “Εργασία, Κοινωνία και Πολιτική στην Κύπρο κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα” μας λέει ‘πολύ’. Εδώ αξίζει μια κάποια ιστορική αναφορά. Παρουσιάζοντας τους τελευταίους τρεις μήνες πριν τον ερχομό της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στο νησί και τον εγκαινιασμό της νέας αποικιοκρατικής περιόδου στην Κύπρο, ο Κατσιαούνης κάνει μνεία στους Μουχτάρηδες. Οι τελευταίοι, ευνοούμενοι τόσο από την αποδυνάμωση της Εκκλησίας μετά και το 1821, όσο και από το φορολογικό σύστημα του Ιλτιζάμ, ήταν υπεύθυνοι για την συλλογή των φόρων για την κυβέρνηση: την Αυτοκρατορία (σ.22). Και για να προλάβουμε τυχών δισταγμούς σας, απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάθεση του ρόλου τόσο του φοροσυλλέκτη όσο και του Μουχτάρη ήταν η συγκατάθεση με την καταδυναστευτική πολιτική της αυτοκρατορίας – κάτι που πολλοί από τους τόπακες ήταν πρόθυμοι να εκφράσουν(ibid). Η μορφή λοιπόν της πληρωμής αυτών των φοροσυλλεκτών ήταν απόρροια του “δικαιώματος” που τους παρείχε ο νόμος να παίρνουν μερίδιο από τα εισπραττόμενα ποσά. Και αυτό το “δικαίωμα” έκανε τους φοροσυλλέκτες πλούσιους και εφόσον ήταν και οι Μουχτάρηδες του χωριού – και με πολιτική εξουσία. Ως προς τις επιπτώσεις της τελευταίας αξίζει να σημειώσουμε ότι πολλές φορές Μουχτάρηδες/φοροσυλλέκτες κατέφευγαν και στην φυλάκιση των χρεωστών/φτωχών αγροτών
Ένα πρόσθετο κακό που ταλάνιζε τους φτωχούς αγρότες της εποχής ήταν η ύπαρξη των δανειστών χρημάτων/τοκογλύφων οι οποίοι σε περίπτωση που χρεώστες αδυνατούσαν να πληρώσουν τους φόρους προς την κυβέρνηση ή αν χρειαζόντουσαν λεφτά για να καλύψουν τις επαγγελματικές ή προσωπικές τους ανάγκες, πρόσφεραν δάνεια στους φτωχούς μολονότι με εξευτελιστικό τόκο. Η αδυναμία των να πληρώσουν τα ποσά συχνά κατέληγε στην υφαρπαγή των ακίνητων περιουσιών τους άμεσα ή μέσω πλειστηριασμού (σε εξευτελιστικές πάντα τιμές) ή και την απαλλοτρίωση των μέσων παραγωγής των αγροτών. Το αποτέλεσμα αυτής της άτυπης σύμπραξης μεταξύ μουχταρέων και τοκογλύφων ήταν η παντελής καταδυνάστευση των φτωχών.
Είναι σημαντικό εδώ να παρατηρήσουμε ότι μουχτάρηδες/φοροσυλλέκτες και τοκογλύφοι αρχικά ανήκαν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Οι τελευταίοι που ήταν συνήθως και έμποροι δεν άνηκαν στην κυβέρνηση όπως οι Μουχτάρηδες. Αυτός όμως ο διχασμός θα έφτανε στο τέλος του με τον ερχομό των Βρετανών. Οι τελευταίοι, ουδόλως καλύτεροι από τους Οθωμανούς, προς είσπραξη των φόρων των μέσα στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς και της φαινομενικής φιλελευθεροποίησης της εξουσίας που επίσημα εισήγαγαν στο νησί, επέτρεψαν την δημιουργία του εξής φαινομένου: τοκογλύφοι και έμποροι που ως αποτέλεσμα της λειτουργίας των έγιναν πλούσιοι και ισχυροί, μπορούσαν να πάρουν την εξουσία στα χωριά τους. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι τέτοια συγκυρία ήταν κάτι που απέφευγαν οι Βρετανοί, αλλά λαμβανομένου υπόψιν την εξουσία των τοκογλύφων στις κοινότητες που δρούσαν αυτό δύνατο να συμβεί και όντως συνέβαινε.
Παράδειγμα της ύπαρξης αυτής της συγκυρίας είναι και ο Μιχαήλης της Αίγιας Φούξια. Είναι ο έμπορας, ο Μουχτάρης και ο τοκογλύφος της κοινότητας Παλιοχωρίου. Η εξουσία που απολαμβάνει είναι σχεδόν ολοκληρωτική: όλοι στο χωριό του χρωστάνε με κάποιους μάλιστα να καταλήξουν από κτήμονες σε Μισταρκοί (1) - ο αστυνομικός της σειράς είναι υποχείριο του, όπως και ο παπάς: ένας χαρακτήρας του οποίου η ανάλυση θα ακολουθήσει. Όπως προαναφέραμε, αυτές του οι λειτουργίες όπως επίσης και η συμπεριφορά του έναντι στην αδερφή του και σε άλλους χωριανούς τον καθιστούν τον πλέον αντιπαθή ανάμεσα στους υπόλοιπους κατοίκους του χωριού όσο και ως προς του θεατές της σειράς.
Γιατί όμως αποτελεί τον πλέον αντιπαθή χαρακτήρα από τους θεατές; Εδώ θα πρέπει ήδη να αρχίσατε υποψιάζεστε τον λόγο της απουσίας του από τα ερωτηματολόγια στα οποία έκανα αναφορά στην αρχή της ομιλίας μου.
Για να φτάσουμε όμως στον λόγο της απουσίας αυτής θα πρέπει να παρουσιάσουμε και να αναλύσουμε και κάτι άλλο. Επί τούτου, πως ανταποκρίνεται, αν ανταποκρίνεται, ο Μιχαήλης στην σημερινή πραγματικότητα; Δηλαδή, αν λάβουμε ως κύριο χαρακτηριστικό της σειράς την διττή της παρουσία – την πρόθεση της να κάνει και κριτική σε τεκταινόμενα σήμερα – που μπορούμε να βρούμε τον Μιχαήλη σήμερα;
Το κύριο χαρακτηριστικό της φεουδαρχίας ήταν η σύμπτωση της πολιτικής ισχύς, της οικονομικής ισχύς και του κοινωνικού στάτους σε ένα άτομο (Ντουζινάς). Τα ούτω καλούμενα «Φυσικά Δικαιώματα» τα οποία εμπεδώθηκαν με την επανάσταση των αστών, κατάφεραν με τον φαινομενικό περιορισμό της πολιτικής ισχύος, να αρπάξουν την εξουσία. Αυτό επιτεύχθηκε με την αφαίρεση της πολιτικής από την κοινωνία και του περιορισμού της στο κράτος, όπως επίσης και με την δημιουργία της περιουσίας και της θρησκείας ζητήματα της ιδιωτικής σφαίρας (Ντουζινάς). Η περιουσία λοιπόν ενώ αποτελεί το μόνο μέσον διατήρησης της ταξικής ηγεμονίας των αστών καθίσταται ανεξάρτητη από την επέμβαση του κράτους και ως εκ τούτου από την πολιτική. Φαινομενικά παράξενο αλλά μέσω της διαλεκτικής κατανοητό: εφόσον η οικονομική ισχύ αποτελεί το μόνο μέσο που υπάρχει για την απόκτηση οποιουδήποτε αγαθού, οι αστοί αποκτούν την πραγματική δύναμη ενώ το κράτος παραμένει με μια ισχύ (την πολιτική) που τώρα είναι άνευ ουσίας ή καλύτερα όμηρη των κεφαλαιοκρατών (Ντουζινάς). Το ερώτημα που μπαίνει εδώ είναι πως και γιατί εμπεδώθηκε αυτό το σύστημα. Γιατί η εργατική τάξη δεν αντέδρασε στην ολότητα της; Μα ασφαλώς με την αναγωγή των αρχών του καπιταλισμού στο επιπέδο της ηθικής. Ποιες είναι αυτές οι αρχές; Ο εγωισμός και η ιδιωτική (2) κερδοσκοπία.
Ξανά τώρα, πού τον βρίσκουμε τον Μιχαήλη σήμερα; Μα παντού! Ως εγωιστής κερδοσκόπος χαρακτηρίζει τον κάθε συμμετέχοντα στο καπιταλιστικό σύστημα. Ως έχων την δυνατότητα να δανείζει χρήματα με τόκο, πλέον τις τράπεζες (3) , ως καιροσκόπο και κερδοσκόπο έμπορα τον κάθε «συνετό» και διορατικό» επιχειρηματία, και ως τον συνδυάζων οικονομική και πολιτική ισχύ (βλ. Μουχταριλλίκι) τους σημερινούς έχοντες εξουσία και τον καθένα εφόσον έχει οικονομική ισχύ.
Πάλι, γιατί αποτελεί τόσο απεχθής χαρακτήρας ο Μιχαήλης τόσο στο Παλιοχώρι όσο και στο ευρύτερο κοινό; Εδώ είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε τις άλλες διαστάσεις του Μιχαήλη. Δεν είναι μόνο λοιπόν, τοκογλύφος, έμπορας και Μουχτάρης αλλά επίσης και δυνάστης ως προς κόρη του και την αδερφή του αλλά και δυνάμει ένοχος ανθρωποκτονίας ή και φόνου (βλ. υποψίες ότι είναι υπεύθυνος για το «Θανατικό). Γιατί αυτή η πρόσδωση τόσης κακίας στο πρόσωπο του;
Απο την μια, δύναται να αποτελεί το κατεξοχήν αποδεικτικό στοιχείο της πρόθεσης των παραγόντων να καταστήσουν την σειρά πραγματικό έργο τέχνης. Επί τούτου, ο φιλόσοφος Χέγκελ, όρισε ως καλό έργο τέχνης αυτό που πραγματώνει μια πραγματικότητα πιο πραγματική απο την πραγματικότητα την οποία προτίθεται ότι αναπαριστά (4) . Στο πρόσωπο λοιπόν του Μιχαήλη δύναται να παρατηρούμε ένα έργο τέχνης εφόσον βλέπουμε τι είναι πιο πραγματικό απο τον καπιταλιστή στην (καθημερινή) πραγματικότητα. Και για τούτο αποτελεί τον αποδοπομπιαίο τράγο της κοινωνίας του Παλιοχωρίου – εκείνο το υπέρτατο κακό το οποίο δεν δέχεται οποιασδήποτε σύγκρισης. Η αλλιώς, το μαύρο που μπροστά του ακόμα και το έντονο γκρίζο μοιάζει λευκό. Είναι μήπως έτσι; Αν προσέξουμε λίγο τους υπόλοιπους χαρακτήρες θα βρούμε ότι όλοι τους λίγο ή πολύ είναι εγωιστές, κερδοσκόποι αλλά και καιροσκόποι. Μπορεί να μην είναι τόσο έντονη η ομοιότητα τους με τον Μιχαήλη αλλά σίγουρα δεν δείχνουν ούτε είναι και παραδείγματα αλληλέγγυων ανθρώπων (βλ. Κατάσταση του Φουσιέκκα, την φτώχεια των Μισταρκών).
Η ίδια ακριβώς θεώρηση μπορεί και να απαντά στο ερώτημα της απουσίας του ως χαρακτήρα - με τον οποίο μπορεί να ταυτιστείς ή να έχεις σχέση - από τα ερωτηματολόγια που προαναφέραμε. Προτού όμως φτάσουμε σε αυτό το συμπέρασμα πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνηση: εν σχέση με τον εγωισμό, την κερδοσκοπία, την καιροσκοπία και την σκληρότητα του μοιάζει όπως δείξαμε πιο πάνω τόσο με τραπεζίτες, εμπόρους, πολιτικούς αλλά και με την πλειονότητα της Κυπριακής κοινωνίας(5). Μήπως λοιπόν, αυτή του η κοινοτυπία, αυτή του η πραγματικότητα συνδυασμένη με εκείνο το κάτι λίγο παραπάνω, με εκείνο το δόλιο ύφος του, πραγματώνει την πιο πραγματική πραγματικότητα του πλείστων ανθρώπων στην κοινωνία; Ποιος όμως δέχεται την πραγματική του εικόνα; Ποιος δεν προσβάλλεται αν τον πεις εγωιστή, καιροσκόπο, κερδοσκόπο και εκμεταλλευτή του πόνου του άλλου έστω και αν ο ίδιος είναι τέτοιος; Ποιος δεν θα νοιώσει άσχημα όταν, νομιζόμενος ότι απαντά «άκακες» ερωτήσεις, όταν παίζει ένα παιχνίδι, όταν νομίζει τον εαυτό του καλό άνθρωπο, καταλήξει να ταυτίζεται με τον Μιχαήλη; Εδώ λοιπόν είναι και η απάντηση μας. Ο Μιχαήλης απουσιάζει ως πρόσωπο με τον οποίο μπορεί κάποιος να ταυτιστεί ή να έχει σχέση γιατί ακριβώς είναι πολύ πραγματικός. Είναι ο μόνος από τους χαρακτήρες που είναι όντως πραγματικός, είναι ο άνευ ωραιοποιήσεων καθημερινός άνθρωπος μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού της σύγχρονης κοινωνίας μας(6).
Εδώ όμως – απροπό των ωραιοποιήσεων που αναφέραμε - κάποιος μπορεί να διαμαρτυρηθεί προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ο Μιχαήλης δεν είναι τόσο τέρας, ότι είναι και εκείνος «άνθρωπος».Ιδίως όταν τον παρακολουθήσαμε να δακρύζει μπροστά από το «πτώμα» της αδερφής του, όταν τον είδαμε να ανησυχεί για την κόρη του, είδαμε – πως αλλιώς να το πούμε – την καλή πλευρά του, την ταπεινή. Και όντως, όπως εξελίσσεται η ιστορία, στο τέλος μπορεί να δούμε τον Μιχαήλη να ζητά συγγνώμη από όλο το χωριό, να δίνει στον Μισταρκό το χωραφάκι του, να δίνει ένα κάτιτις στον Φουσιέκκα και να ευλογεί την σχέση της κόρης του με τον αγαπητικό της. Ο Μιχαήλης, μετά από αυτό θα γίνει ένας καλός φιλάνθρωπος πλούσιος άνθρωπος.
Πως σας φαίνεται αυτό; Εμένα πάντως μου βρωμάει! Και για να δείξω την βρώμα την αληθή επιτρέψτε μου μια μικρή παραδρομή.
Παρακολουθώντας τα τελευταία έργα-επεισόδια τόσο του Σπάιντερμαν όσο και του Μπάτμαν(7) δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε μια φοβερή καινοτομία. Ενώ σε όλα τα προηγούμενα τους έργα οι ήρωες παρουσιαζόντουσαν μόνο υπό την ιδιότητα τους ως τέτοιοι - δεν είχαν αρχή ήταν πάντα τέλειοι σούπερ-ήρωες– στα τελευταία επεισόδια/έργα βλέπουμε ένα ψυχογράφημα των ηρώων, έναν πως αλλιώς να τον πούμε εξανθρωπισμό τους.
Ο Μπάτμαν λοιπόν και ο Σπάιντερμαν ως Ήρωες είναι ανύπαρκτοι/τέρατα αλλά εύθραυστοι είναι άνθρωποι είναι σαν εμάς – μπορεί να προβούν σε λάθη όπως όλοι μας - από κάτω από τη μάσκα είναι άνθρωποι. Τα λάθη τους έστω ως τρομακτικοί μασκοφόροι είναι ανθρώπινα – όπως άλλωστε και τα δικά μας. Μπορεί να είμαστε αδίστακτοι επιχειρηματίες στην καθημερινότητα μας, αλλά από κάτω είμαστε ζεστοί καλοί άνθρωποι, με μια καλά και αγαθή οικογένεια, αθώα παιδιά κτλ(8).
Γιατί όμως αυτό να είναι σημαντικό; Πολύ «απλά» γιατί αποτελεί μέρος της σύγχρονης ηγεμονούσας ιδεολογίας. Αναφερόμενος στον Ισραηλινό στρατό, ο Ζιζεκ κάνει την ακόλουθη ευφυέστατη παρατήρηση. Σε ένα τελευταίο ντοκιμαντέρ για τον Ισραηλινό στρατό, ο κινηματογραφιστής εστιάζει στον χαρακτήρα των στρατιωτών: στα προβλήματα τους στις ανησυχίες τους, τον φόβο τους – θέλοντας με αυτό τον τρόπο να υποδείξει ότι κάτω από την στολή είναι και αυτοί άνθρωποι, που μπορούν να κάνουν, να υποπέσουν και σε λάθη. Στην συνέχεια τους βλέπουμε να εισβάλλουν σε σπίτια, να τρομοκρατούν παλαιστινιακές οικογένειες αλλά εμείς – μυημένοι και ευαισθητοποιημένοι στην ανθρώπινη των πλευρά – δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε ως τέρατα: «και αυτοί φοβούνται!». Η βαρύτητα αυτής της παρουσίασης έγκειται στο γεγονός ότι συμβάλλει στην απάλειψη της όλης λειτουργίας τους ως κατοχικές δυνάμεις, δυνάμεις που τρομοκρατούν ένα ολόκληρο λαό όπως επίσης καταστέλλει την κριτική προσέγγιση των. Αυτό δηλαδή που καταστέλλεται είναι το υποθάλπων κραυγαλέο ερώτημα: «Εφόσον είσαι άνθρωπος, γιατί τα κάνεις αυτά;»
Παραμένοντας για λίγο σε αυτήν εξανθρωπιστική διάθεση της σύγχρονης ιδεολογίας, δεν παρατηρείτε ότι οι ίδιες ακριβώς τεχνικές χρησιμοποιούνται από διάφορους πολιτικούς σήμερα στην Κύπρο; Ενώ δηλαδή είναι πραγματικά αυτοί που ελέγχουν την ζωή μας, εντούτοις στις προεκλογικές τους εκστρατείες και γενικά στις παρουσιάσεις τους στον τύπο, πάντα ή θα δεχτούν ερωτήσεις για την οικογένεια τους, τα νιάτα τους κτλ, ή οι ίδιοι σε μια στιγμή ειλικρίνειας θα παραδεχτούν το λάθος τους, την παράλειψη τους, την ολιγωρία τους εν σχέση με κάποιο συγκεκριμένο θέμα. Τώρα, εν σχέση με το αποκάλυψη της ανθρώπινης πλευράς τι καταφέρνουν παρά από το να απαλλαχτούν από την βαρύτητα των ευθυνών τους για το λάθος;, την παράλειψη, την ενοχή τους; Και τι κάνουμε εμείς; Τους εκτιμούμε περισσότερο, εφόσον «σαν άνθρωποι κάνουν και αυτοί λάθη – σημαντικό είναι ότι έδειξαν ότι είναι ειλικρινείς!»!
Έτσι και με τον Μιχαήλη λοιπόν. Αυτή η σταδιακή αποκάλυψη των ανησυχιών του, θα μας βοηθήσει να αποδεχτούμε το γεγονός ότι στο τέλος πολύ πιθανών να μην καταλήξει στην φυλακή όπως του αξίζει. Θα μου πείτε όμως, αφού και εμείς είμαστε όπως αυτόν, θα θέλαμε να δούμε κάποιον όμοιο μας ή τους εαυτούς μας να καταλήγουν στην φυλακή; Στο κάτω κάτω η κόρη του Μιχαήλη δεν πρέπει να μείνει μόνη – κάτι που πολύ πιθανών να ενστερνιστεί και η ΠελλοΜαλού ενώ αυτή υπέφερε διπλά ! Αυτό το ψέμα για χάριν διατήρησης των ισορροπιών δεν μας παραπέμπει και στα τόσα εγκλήματα που έγιναν κατά την διάρκεια των διακοινοτικών συγκρούσεων στην Κύπρο, και στην κάλυψη που δίνεται στα εμπλεκόμενα πρόσωπα, με τελεολογία την μη προσβολή ανθρώπων και θεσμών που συντηρούν την ταύτιση μας με τα “ιερά” και “όσια” της απολαμβάνουσας ηγεμονία εθνικιστικής ιδεολογίας;
Πίσω όμως στον Μιχαήλη. Τι γίνεται σαν μετανοήσει στο τέλος και γίνει ένας καλός πλούσιος φιλάνθρωπος; Εδώ είναι που η σχέση του Μιχαήλη ως Μουχτάρη και Τοκογλύφου με τον Παπά και την Εκκλησία του τότε και του σήμερα, γίνεται ορατή.
Ποιος μπορεί να είναι ο Παπα-Σκούλουκος και ποια η σχέση του με το σήμερα; Κατ’αρχή πρέπει δούμε εάν και πώς ο χαρακτήρας αυτός ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα. Είναι γεγονός ότι κατά περίοδο που η Κύπρος ήταν μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η Εκκλησία ήταν ο μόνος αναγνωρισμένος θεσμός από τους Οθωμανούς (Κατσιαούνης σ.12). Αυτή τους η αναγνώριση, και η στρατηγική (κακή η άλλως πώς) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να επιτρέπει κάποια μορφή αυτοδιαχείρισης της Χριστιανικής κοινότητας, επέτρεψε στην Εκκλησία να αποκτήσει τεράστια δύναμη. Οι Οθωμανοί, όχι μόνο της έδωσαν τεράστια περιουσία αλλά επίσης της επέτρεψε να συλλέγει και ιδιωτικούς φόρους, όπως επίσης και να ενεργεί ως ο φοροσυλλέκτης της αυτοκρατορίας (Κατσιαούνης, σ.12). Οι Ζητίαι ήταν φόρος που επιβαλλόντουσαν στους καλλιεργητές της γης γύρω από Χριστιανικά χωρία και τα Κανονικά ήταν φόρος που δίνοντας στην Εκκλησία προς κάλυψη των λειτουργικών της εξόδων (ibid) . Και η Εκκλησία, ως ο πρώτος φοροσυλλέκτης της Αυτοκρατορίας ήξερε το πόθεν έσχες των χωρικών οπότε και μπορούσε να επιβληθεί σε περίπτωση που ο χωρικός αρνούνταν να πληρώσει τους φόρους ή της Αυτοκρατορίας ή τους δικούς της. Μάλιστα προς επιτέλεση του έργου της αυτού, η Πύλη είχε εκδώσει φιρμάνι που έδινε στην εκκλησία το δικαίωμα να διατηρεί προσωπική φρουρά – τους Ζαπτιέδες – που εξασκούσε και βία αν χρειαζόταν για να επιτύχει την συλλογή των οφειλόμενων ποσών (ibid). Ως αντάλλαγμα η Εκκλησία επιτελούσε τον ρόλο του προστάτη της εξουσίας της Αυτοκρατορίας(9).
Αυτή της λοιπόν η δύναμη, έφτασε στο απόγειο της τον 18o αιώνα όταν οι Εκκλησία είχε τεράστια περιουσία το 55% της οποίας όμως δεν μπορούσε να αποδειχτεί ότι ήταν δικό της. Αυτό το 55% ήταν και η γη επί της οποίας η Εκκλησία ασκούσε κυριαρχία με το επιχείρημα ότι ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων δική της (ibid, σ.36). Και επί αυτής όμως έπαιρνε λεφτά από τους φτωχούς βοσκούς για αφήνουν τα πρόβατα τους να βοσκήσουν και από τους χωρικούς για να πάρουν καυσόξυλα για την θέρμανση τους (Κατσιαούνης). Αυτό όμως που αποτελεί το στολίδι στην όλη εξουσιαστική κορώνα της Εκκλησίας ήταν ο τεράστιος αριθμός ανθρώπων που εξαρτείτο από αυτήν.
Ποιοι ήταν αυτοί; Ήταν οι ούτω καλούμενοι Ταμένοι (10) , οι Λαζαρόνοι(11) πλήθος φτωχών αμόρφωτων παιδιών και νέων που μπήκαν στην Εκκλησία να γίνουν παπάδες για να έχουν να φάνε. Σε αυτή την ομάδα λοιπόν ανήκει και ο Παπα-Σκούλουκος της Αίγια Φούξια. Είναι ένας φτωχός, με μοναδικό δείγμα της πίστης του τα άμφια, την γνώση κάποιων ψαλμωδιών και την θεοφοβία του. Τι μπορεί να μας πει όμως αυτή η ιδιαιτερότητα;
Ο Παπα Σκούλουκος λοιπόν ζει και δρα κατά το 1920. Προφανώς είμαστε το καιρό της Βρετανικής Αποικιοκρατίας. Κατά την περίοδο αυτή η οικονομική δύναμη της Εκκλησίας ήταν μειωμένη –καθόσον οι φόροι της καταργήθηκαν από τους Βρετανούς – και η πολιτική της δύναμη άρχισε να στηρίζεται στην ανάπτυξη του εθνικισμού. Που όμως κολλά ο Πάπα Σκούλουκος σε αυτή την πραγματικότητα; Εδώ είναι που φαίνεται η ανατροπή που καταφέρνει η σειρά κατά της σύγχρονης εθνικιστικής ιστοριογραφίας. Ο εθνικισμός το 1920 δεν είχε εμπεδωθεί σε όλο τον πληθυσμό. Οι ταύτιση των Κυπρίων με τους Έλληνες δεν ήταν καθολική. Αυτό έγινε σταδιακά, με αποκορύφωμα την δεκαετία του 30 και μετά. Οπότε ο Παπα Σκούλουκος είναι πραγματικό πρόσωπο.
Τι άλλο όμως μπορούμε να πούμε για τον Παπα Σκούλουκο; Πώς καταφέρνει να υπάρχει σε δύο εποχές όπως είναι και η πρόθεση της σειράς; Και για να μην ξεχνιόμαστε, ποια μπορεί να είναι η σχέση του με την φιλανθρωπία που θεωρούμε ότι στο τέλος θα πράξει και ο Μιχαήλης για να τελειώσει η σειρά «μέλι-γάλα»;
Κατ’αρχή, όπως προαναφέραμε ο Παπα Σκούλουκος δεν είναι προϊόν Ιερατικής Σχολής. Είναι ένας απλός άνθρωπος, που έγινε Παπάς λόγω των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών της εποχής. Φοβάται τον εργοδότη του, την Αρχιεπισκοπή όπως ένας υπάλληλος το αφεντικό του. Ανησυχεί κατά πόσον κρατά το μαχαζί στις προδιαγραφές της Αρχιεπισκοπής. Ως εκ τούτου δεν είναι και τόσο αυστηρός Χριστιανός. Τον παρακολουθούμε να είναι υποκριτής (έναντι της Μαλούς), πονηρός (βλ. Τον τρόπο που προσπαθεί να φέρει τους χωριανούς στην Εκκλησία με την χρήση του φόβου για τους νεκρούς), κερδοσκόπος (κοιτά όπως οι χωριανοί βάζουν λεφτά στο παγκάρι), λάγνος (όταν μια όμορφη κοπέλα στο χωριό καθόταν μαζί με τους υπόλοιπος και την κοίταζε), αντί-χριστιανός (βλ. Συμπεριφορά του ως καπιταλιστής στα πλαίσια της ταφής της Μαλούς). Ένας δηλαδή με τους υπόλοιπους συγχωριανούς!
Ανταποκρίνεται όμως με τη σύγχρονη Κυπριακή πραγματικότητα; Αυτό το λέει ακόμα και το όνομα του! Ο Παπα-Σκούλουκος παραπέμπει σε ένα υπαρκτό πρόσωπο σήμερα! Και η συμπεριφορά του; Σ’αυτό μπορούμε μειδιώντας να παραπέμψουμε στα τόσα σκάνδαλα που είδαν το φως της δημοσιότητας τόσο για συγκεκριμένους παπάδες όσο και για την Εκκλησία ως οργανισμό.
«Μα όχι» μπορεί να σκέφτεται κάποιος! Ο Παπα Σκούλουκος είναι φιλάνθρωπος όπως και Εκκλησία μας τόσο τότε όσο και σήμερα. Παράδειγμα προς τούτο είναι όντως η φιλανθρωπία που έδειξε την υστάτη ο Παπα-Σκούλουκος ως προς τα έξοδα ταφής της Μαλούς όσο και το γεγονός ότι κάποτε ταΐζει και τον Φουσιέκκα. Η φιλανθρωπία της Εκκλησίας μας, θα σκέφτεται κάποιος, φαίνεται τόσο ιστορικά διαμέσου των δωρεών που έκανε σε φτωχούς όσο και στη σύγχρονη εποχή όπου δίνει λεφτά για διάφορα ιδρύματα, συντηρεί σχολεία κτλ.
Σύμφωνοι, απαντώ! Εδώ όμως είναι και που δύναται να μοιάσει με τον Μιχαήλη και μοιάζει με άτομα όπως τον Μιχαήλη στην εποχή που ζούμε!
Επί τούτου, τι κοινό μπορεί να έχει η “Εκκλησία της Κύπρου”, πλούσιοι όπως οι (Μιχαήλης)(12 ), Άντρου Κάρνεγκι και Τζόρτζ Σόρος και το σοκολατούχο καθαρτικό ; Εδώ θα πρέπει - αποδίδοντας κατ’αρχή τα εύσημα στον Ζίζεκ για το αναλυτικό μοντέλο - να κάνουμε μια μικρή περίληψη του ιστορίας της Εκκλησίας που αναφέραμε πιο πάνω. Η Εκκλησία λοιπόν, αντί του ρόλου του αντιστασιακού κατά την Οθωμανοκρατία, ήταν ο μοναδικός οργανισμός του οποίου η δύναμη και θέση πειράχθηκε στο ελάχιστο ή ακόμη μεγάλωσε κατά την διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που θεωρείτο ως η ντε-φάκτο εξουσία στο νησί. Ήταν όχι μόνο ένας μεγάλος γαιοκτήμονας, αλλά εκμεταλλευόμενη και του ρόλου της ως φοροεισπράκτορας είχε πετύχει την έκδοση φιρμανιών που ουσιαστικά κατοχύρωναν νομικά την είσπραξη φόρων από την ίδια για την ίδια. Παραδείγματα αυτών τα “Κανονικά” και οι “Ζητίαι” των οποίων η συλλογή επικουρόνταν από τους Ζαπτιέδες, φύλακες του εκάστοτε Επισκόπου. Εξεγέρσεις καθ’ όλη την διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα από φτωχούς ελληνόφωνους και τουρκόφωνους Κύπριους πνίγηκαν στο αίμα με την βοήθεια της Εκκλησίας. Σοκαριστικό γεγονός επίσης αποτελεί οι διαμαρτυρίες της Εκκλησίας στους Άγγλους αποικιοκράτες λόγο του ότι αμφισβήτησαν το ευνοϊκό για την Εκκλησία φορολογικό σύστημα (Ιλτιζάμ).
Και μετά όμως όλως κυνικά τι έγινε; Η Εκκλησία λαμβάνει μέρος στην εξάπλωση του εθνικισμού στο νησί και λόγω αυτού της του ρόλου χρίζεται σωτήρας του έθνους και επιτυχώς – με άπλετη περιουσία σε γη και συνειδήσεις – εντάσσεται στο καπιταλιστικό σύστημα και την Κυπριακή Δημοκρατία ως φιλανθρωπικό ίδρυμα.
Καθ ομοίωση της λειτουργίας της τελευταίας, ένας ζάπλουτος Αμερικανός, ο Άντρου Κάρνεγκι. Αυτός είχε δικό του προσωπικό στρατό και με την βοήθεια του έπνιξε όποια προσπάθεια δημιουργίας συνδικαλιστικών κινημάτων στην Βιομηχανία Ατσαλιού. Στο τέλος της ζωής του όμως δώρισε μεγάλος μέρος της περιουσίας του για εκπαιδευτικούς, ανθρωπιστικούς και πολιτιστικούς σκοπούς.
Κατ’ ένα ίδιο τρόπο ο χρηματιστής Τζόρτζ Σόρος εκμεταλλεύεται ασύστολα τον κόσμο ως σπεκουλαδόρος και μετά γράφει βιβλία κριτικάροντας τον αδηφάγο καπιταλισμό και δίνει χρήματα σε ανθρωπιστικές οργανώσεις για να διορθώσει τις ζημιές του καπιταλισμού.
Και το σοκαλατούχο καθαρτικό που κολλά μ’ όλα αυτά; Κι όμως! Η βρώση σοκολάτας έχει ως αποτέλεσμα την δυσκοιλιότητα. Κατ’ ένα παράδοξο τρόπο το καθαρτικό αυτό διαφημίζεται ως εξής: “Έχετε δυσκοιλιότητα; Φάτε περισσότερη σοκολάτα!” δηλαδή, φάτε παραπάνω από εκείνο το προϊόν που προκαλεί δυσκοιλιότητα.
Οι πιο πάνω περιπτώσεις έχουν ακριβώς την ίδια δομή. Η Εκκλησία, ο Κάρνεγκι, ο Σόρος και άλλοι πλούσιοι λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Είναι οι δημιουργοί των προβλημάτων και την ίδια ώρα παρουσιάζονται ως η λύση στα προβλήματα αυτά.
Αυτά λοιπόν για την φιλανθρωπία. Τα ίδια και για τον Παπα Σκούλουκο: τα ράσα όπως είπαμε δεν κάνουν τον παπά – ή μάλλον είναι το μόνο πράγμα που τον κάνουν παπά, αλλά σίγουρα δεν είναι ταυτόσημα με την Χριστιανικότητα.
Με αφορμή την αναφορά μας στην Χριστιανικότητα, θα ήθελα να παραθέσω την μια δικαιολογία που έχω σχετικά με το πρόσωπο τόσο του Παπά όσο όμως και της ευρύτερης κοινότητας του Παλιοχωρίου. Αυτή έγκειται στην Ομοφυλοφιλία ή καλύτερα στον τρόπο με τον οποίο η κοινότητα και ως εκ τούτου η σειρά διαχειρίζεται το θέμα αυτό.
Αίγια Φούξια και Ομοφυλοφιλία λοιπόν. Κατ’ αρχή αυτό που μπορούμε να πούμε για τον τρόπο απεικόνισης της ομοφυλοφιλίας στη σειρά, είναι ότι καταφέρνει όσα σχεδόν κατάφερε η διδασκαλία της ομοφοβίας στα σχολεία μας, ασφαλώς όμως εκ του αντιθέτου. Επί τούτου αρκεί να αναφέρουμε την ιστορία της Κύπρου των δύο τελευταίων αιώνων, όπου η Εκκλησία έχοντας καταφέρει να προσδώσει σε αυτή την κατ’ εκείνη ερμηνεία της Χριστιανικής αγάπης, ο Κύπριος άντρας ήταν ένας ρωμαλέος/macho man, χριστιανός, πατριώτης και αγωνιστής με βράκα. Σεξ μεταξύ ανδρών γινόταν εν είδη βιασμού από τους Οθωμανούς και μόνο, αφού οι υπόλοιποι ήξεραν ότι πρόκειται για θανάσιμη αμαρτία.
Εν αντιθέσει, η Αίγια Φούξια αντιστρέφει όλα αυτά προσφέροντας μας μια Κυπριακή κοινωνία στις απαρχές του 20ου αιώνα όπου η ομοφυλοφιλία μπορεί να μην είναι κοινωνικά αποδεκτή αλλά σίγουρα είναι υπαρκτή.
Σε αυτήν όμως την απεικόνιση της ομοφυλοφιλίας είναι που θέλω να αναφερθώ. Υποστηρίζω λοιπόν ότι ο χαρακτήρας του «Βαντζιελή» μπορεί μεν να είναι καλοπροαίρετα διαμορφωμένος, αλλά αναπαράγει το στερεότυπο του ομοφυλόφιλου άντρα όπως αυτό έχει δημιουργηθεί από ομοφοβικές και σεξιστικές κοινωνίες. Και ποιο είναι αυτό το στερεότυπο: η «θήλυ»πρέπεια του. Αναγνωρίζοντας την σεξιστική υφή του όρου θα ήθελα εδώ να αναφέρω ότι η χρήση αυτού του όρου είναι επιτηδευμένη ως προς το γεγονός ότι απαντά ακριβώς στο γεγονός ότι ο όρος είναι προϊόν σεξιστικών κοινωνιών. Βάση αυτών των κοινωνιών – που δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από αυτές σήμερα - υπάρχει «Γυναίκα» και αυτή ως το ασθενέστερο, λιγότερο έξυπνο κοκ φύλο είναι υποδεέστερη του άντρα. Παρά ταύτα ή μάλλον ως εκ τούτου αυτή η «Γυναίκα» είναι αποδεκτή στην σεξιστική μας κοινωνία εφόσον ακριβώς επιτελεί τον ρόλο τον οποίο της επέβαλαν «‘Άντρες».
Οι άντρες λοιπόν των οποίων το αντικείμενο της επιθυμίας είναι οι ομόφυλοι των, προκαλούν αν όχι δέος, φόβο για τους υπόλοιπους άντρες και γυναίκες (εφόσον οι αντίληψη των όσον αφορά τις κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές έχει δομηθεί μέσα στα πλαίσια της σεξιστικής φαντασίας). Τώρα, αν σκεφτούμε το δέος αυτό να απαντά στο γεγονός ότι η επιθυμία των ομοφυλοφίλων είναι κάτι το οποίο πιθανόν προκαλεί το κατασταλμένο της αντρικής σεξιστικής φαντασίωσης, ένας τρόπος για να διατηρηθεί αυτή η φαντασίωση είναι να αποδοθεί ένα ασφαλές νόημα στην επιθυμία των ομοφυλοφίλων εν σχέση με την προαναφερθείσα σεξιστική φαντασίωση. Έ λοιπόν ποιου η συμπεριφορά δεν προσβάλλει την φαντασίωση αλλά αποτελεί μέρος αυτής: της γυναίκας – ασφαλώς όμως της «Γυναίκας» μέσα στα πλαίσια μιας σεξιστικής κοινωνίας.
Ο «Βαντζιελής» λοιπόν καλοπροαίρετα δημιουργηθέντας από τους συντελεστές της σειράς, μπορεί να συμβάλλει στην αποδοχή των ομοφυλοφίλων μέσα στα πλαίσια της Κυπριακής κοινωνίας αλλά για ποιου είδους κοινωνία μιλάμε;
Ξέρω έχω μιλήσει για πολλή ώρα. Επιτρέψτε μου όμως κάποια καταληκτικά σχόλια, γενικά, ως προς την σειρά καθ’αυτή.
Περί της «Αίγια Φούξια» ήταν ο λόγος μας λοιπόν – ή πιο συγκεκριμένα, περί του τρόπου με τον οποίο η «Αίγια Φούξια» λειτουργεί μέσα στα πλαίσια της κοινωνικής φαντασίας. Επαναλαμβάνω: και εγώ απολαμβάνω την εν λόγω σειρά με τρόπο όμοιο πιθανόν με τον δικό σας. Και αυτή η απόλαυση είναι και που κατέστη η αιτία για αυτήν ομιλία και συνεύρεση. Γιατί απολαμβάνω την «Αίγια Φούξια»; Τις σκέψεις μου περί τούτου είναι που θα προσπαθήσω να μεταδώσω στις λίγες τόσες λέξεις που απομένουν.
Η σειρά αυτή όπως είπαμε αφορά την ζωή μιας μικρής ορεινής κοινωνίας της Κύπρου στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι πρωταγωνιστές αυτής ένας αφελής και αδαής αστυνομικός και η μεγαλομανής κόρη του, ένας κουτοπόνηρος και διεφθαρμένος παπάς, δύο αγαθοί μισθωτοί, μια φιλόδοξη χήρα μητέρα με δύο νεαρές κόρες, μια υπερπροστατευτική χήρα μάνα με ένα γιο ομοφυλόφιλο, ένας έμπορας και τοκογλύφος χήρος και η μερικώς ηλίθια κόρη του, ένας δούλος κοινής ιδιοκτησίας με οριακή νοητική καθυστέρηση, μια γυναίκα με εμφανή ψυχολογικά προβλήματα, μια κουτοπόνηρη πόρνη και ένας μαύρος Κύπριος (Ασιάτης ή Αφρικανός). Η κωμωδία πραγματώνεται μέσα από τα σκάνδαλα και τα ευτράπελα στα οποία υποπίπτουν οι κάτοικοι του χωριού αυτού και στην σταδιακή αποκάλυψη των ιδιομορφιών των χαρακτήρων τους που ξεπροβάλλουν ή/και που πλάθονται μέσω της αλληλεπίδρασης τους κατά την καθημερινή συμβίωση τους.
Ήδη από την προαναφερθείσα παρουσίαση (κατ’ουδένα λόγο αναλυτική αλλά γενικά πιστεύω δόκιμη) νομίζω ότι έκανα εμφανή τον προβληματισμό μου όσο αφορά την σειρά αυτή. Και για να σας προλάβω: όχι, δεν αμφισβητώ ούτε την ιδιοφυΐα ούτε και το αξιόλογο του χαρακτήρα των παραγόντων που συμμετάσχουν σε αυτή. Κάθε άλλο μάλιστα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι κάτι άλλο.
Κατ’ αρχή το έργο αυτό μας παρουσιάζει μια εικόνα της προ-μοντερνιστικής βουκολικής Κύπρου τελείως διαφορετική από κάθε άλλη σε ομοίου τύπου παραγωγή και εξιστόρηση. Και αυτό γιατί οι χαρακτήρες στη σειρά δεν είναι οι καλοκάγαθοι, βαθιά θρησκευόμενοι, πατριώτες, ιδιαίτερα τίμιοι αντιπρόσωποι της Νήσου των Αγίων, ούτε και συνιστούν μια κοινωνία χαρακτηριζόμενη από ανιδιοτελή αλληλεγγύη όπως μας τους παρουσιάζει η απολαμβάνουσα ηγεμονία εθνικιστική ιδεολογία. Κάθε άλλο μάλιστα. Αυτό που με ιδιοφυΐα πραγματώνει η εν λόγω σειρά είναι το διάβα αυτής της εθνικιστικής φαντασίωσης – αυτής για την οποία η Κύπρος ήταν μια χώρα αμιγώς ρωμαλαία/ελληνική/χριστιανική και αγωνιστική, με άθικτο τον θεσμό της οικογενείας και της εκκλησίας και με απαράμιλλη ανθρωπιά και κοινωνική αλληλεγγύη.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος για τον οποίο η σειρά αυτή είναι ιδιοφυές. Αυτός έγκειται στον τρόπο με τον οποίο η σειρά καταφέρνει να σατιρίζει τα κακώς έχοντα στην σύγχρονη Κυπριακή κοινωνία. Από την διαφθορά και την αντί-χριστιανική συμπεριφορά της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην διαφθορά, αναλγησία, κακοδιαχείριση και τις ηθικές εκπτώσεις των πολιτικών και των πολιτειακών θεσμών (για το τελευταίο δες αναφορές στην Αστυνομία, στον ΘΟΚ κ.α.) έως και στην υποκρισία, τον ατομικισμό, την κερδοσκοπία και την καιροσκοπία των σύγχρονων Κυπρίων.
Πολύ σοκαριστικά όλα αυτά έτσι; Είναι να απορείς γιατί δεν υπήρξαν αντιδράσεις. Κι όμως, και αυτό έχει την εξήγηση του. Όπως μας εξηγεί ο Μλάντεν Ντολάρ, το γέλιο αποτελεί εκ των ουκ άνευ για την ιδεολογία. Μας παρέχει εκείνη την απόσταση μέσα στην οποία η ιδεολογία μπορεί πραγματικά να εμπεδωθεί χωρίς την ανάγκη κατασταλτικών μέσων επιβολής. Κάνοντας μας να νοιώθουμε ελεύθεροι από αυτήν η ιδεολογία εμπεδώνεται ολοκληρωτικά. Και το παράδειγμα: ενώ αντιλαμβάνεστε ως αληθινά τα σκάνδαλα και γενικώς κακώς έχοντα στην κοινωνία εσείς γελάτε σκεφτόμενοι «Έ, έτσι είναι η ζωή...πρέπει (κάποτε) να γελάς με τα χάλια σου». «Η ζωή συνεχίζεται...με ακριβώς το ίδιο τρόπο.
- Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Μισταρκοί της σειράς όντως απαντούν σε ένα πραγματικό φαινόμενο. Σωστά παρουσιάζονται ως οι άγγελοι ενός πλήρως εμπεδωμένου καπιταλιστικού συστήματος: δουλεύουν για ένα πενιχρό μισθό, λίγο φαΐ και στέγη με αποτέλεσμα να μην έχουν καν τα λεφτά να πάνε στο καφενείο (σ.35 ). Επίσης υπέφεραν εντονότατης διάκρισης από την κοινωνία αφού, όπως μας υποδεικνύει και ο ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης στην “9τη Ιουλίου” σχετικά με τις διακρίσεις που υπέφεραν: “Είντα μας περιπαίζεις ρε, είμαστεν μισταρκοί σου; στρ.27) (Κατσιαούνης σελ. 35)
- Σημειώσατε ότι η αγγλική λέξη “idiot” έχει ως ρίζα την ελληνική «ιδιώτης».
- Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι η μόνη διαφορά μεταξύ τραπεζών και τοκογλύφων είναι η νομιμότητα των τραπεζών: ουσιαστικά το τραπεζικό σύστημα αποτελεί την νομιμοποίηση της τοκογλυφίας – μέσω πάντα της πρόσδωσης ηθικής υπόστασης στον εγωισμό και την κερδοσκοπία.
- Αναφορά στο “Children of Men” και στην απάντηση του Πικάσο απροπό την παρατήρηση που δέχτηκε απο Ναζί σχετικά με το «Γκουέρνικα» ως παραδείγματα.
- Πόσοι δεν θα έκαναν τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα για να γίνουν πλούσιοι; Πόσοι πλούσιοι δεν έκαναν εγκλήματα και παρανομίες για να γίνουν πλούσιοι; Ένα κάτι, που ο Βενιαμίν των υποψηφίων του Συναγερμού ξέχασε να αναφέρει σχετικά με τον Ωνάση είναι ότι το πρώτο του εκατομμύριο το έκανε με την εμπορία παράνομων τσιγάρων όπως επίσης ότι είχε πολύ καλές σχέσεις και επιχειρηματική συνεργασία με τον Συνταγματάρχη Παπαδόπουλο τον καιρό που ο τελευταίος ήταν ο ηγέτης της Χούντας. Υπάρχουν στοιχεία επίσης που δείχνουν τον Ωνάση να δωροδοκεί τον Παπαδόπουλο για ευνοϊκή μεταχείριση μιας προσφοράς του τελευταίου. Εν σχέση με εκείνο το πρώτο εκατομμύριο ο Ντόναλντ Τράμπ απάντησε: Μπορείς να με ρωτήσεις πως έβγαλα όλα τα υπόλοιπα λεφτά μου εκτός αυτό!
- Εδώ όμως μπορούμε να προσθέσουμε ότι ίσως η υπερβολική αυτή κακία του Μιχαήλη, αποτελεί εκείνη την προστατευτική απόσταση, ούτως ώστε εμείς να παραμείνουμε ήσυχοι: δεν είμαστε δα και τόσοι κακοί! Σκεφτείτε, αν ο Μιχαήλης δεν ήταν τόσο κακός δεν θα ήταν ενδιαφέρον σαν χαρακτήρας ούτε όμως και η σειρά θα ήταν είχε εκείνο το μυστήριο του Θανατικού, του παιδιού της Μαλούς, που μας κρατά κολλημένους στην οθόνη. Αν δηλαδή, πουλούσε πίσω το χωράφι στον Μισταρκό, δεν είχε κακομεταχειριστεί την αδερφή και την κόρη του και δεν ήταν ρατσιστής έναντι στους φτωχούς, θα ήταν ένας καλός επιχειρηματίας που κατάφερε να ελιχθεί και να γίνει επιτυχημένος!
- Η παρατήρηση αυτή είναι του Ζιζεκ (Ζίζεκ - συζήτηση μέσα στα πλαίσια της εκπομπής In these Times 11/2008). Η ανάλυση που θα ακολουθήσει επίσης στηρίζεται στην δική του ανάλυση.
- Ειδικά με αυτή την τελευταία μου αναφορά στην καλή οικογένεια στο σπίτι του καιροσκόπου αδίστακτου επιχειρηματία είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε πόσο χαρακτηριστικό είναι στην σύγχρονη κοινωνία. Ο επιχειρηματίας μας λοιπόν, όπως ο Μιχαήλης, είναι ένας απίστευτα κυνικός άνθρωπος, που έχει όλες τις αλληλέγγυες αρχές και την ηθική για χέσιμο – δεν πιστεύει σε τίποτα. Η όχι; Είναι πολύ ενδιαφέρον εδώ να παρατηρήσουμε πως προσπαθεί να διατηρήσει την κόρη του τελείως αδαή και αγαθή. Η κόρη σε αυτή την περίπτωση πιστεύει – στο καλό, στις αρχές – για εκείνον. Η μάλλον, ο Μιχαήλης μεταθέτει την πίστη σε εκείνη έτσι ώστε αυτός να συνεχίσει να κάνει ότι κάνει. Κάτι δηλαδή σαν τους γονιούς που δεν πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη αλλά φροντίζουν όπως τα παιδιά τους μη μάθουν τίποτα περί της ανυπαρξίας του. Ποιο είναι το αστείο σ’αυτή την υπόθεση; Ότι σαν πιάσεις τα μωρά μόνα τους θα σου πουν ότι ούτε αυτά πιστεύουν αλλά προσποιούνται για να παίρνουν τα δώρα.
- Νικόλαος Θησεύς και η εξέγερση του 1833 - ibid σ. 19
- Ταμένοι: τυπικά άρρωστοι σαν μωρά, οι γονείς έδιναν όρκο αν γίνουν καλά θα το χρωστούσαν στον τάδε άγιο και σαν το παιδί γίνει καλά ήταν υποχρεωμένο να δουλεύει για πολλά χρόνια στην Εκκλησία για να πληρώσει για τον όρκο. Άξιον σημειώσεως είναι ότι η πράξη βάση της οποίας οι γονιοί έδιναν τα παιδιά τους στην εκκλησία ονομαζόταν «Σκλάβωμα» (Κατσιαούνης σ.37)
- Λαζαρόνοι: μη ικανοί για δουλειά ή μη θέλοντας να δουλέψουν αυτοί χρησιμοποιούνταν από Επισκόπους ως φρουρά, σπιούνοι ή κόλακες (Κατσιαούνης σ.39).
- Εδώ σκεφτείτε την θεώρηση μας επί της εξέλιξης του χαρακτήρα του Μιχαήλη.
No comments:
Post a Comment